Ορθάννης

Ορθάννης
Ὀρθάννης και Ὀρθάνης και Ὀρθαγένης και Ὀρθάγης, ὁ (Α)
είδος δαίμονα που είχε τα χαρακτηριστικά τού Πριάπου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το ανθρωπωνύμιο Ὀρθ-άνη-ς προέρχεται από το επίθ. ὀρθός με την κατάλ. -άνη-ς, που απαντά και στο Ἐργ-άνη (< ἔργον). Ο τ. Ὀρθάννης, με εκφραστικό διπλασιασμό τού -ν-. Ο τ. Ὀρθαγένης < ὀρθός + γένος, ενώ ο τ. Ὀρθάγης < ὀρθός + ἄγω].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ὀρθάννης — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὀρθάννου — Ὀρθάννης masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὀρθάννῃ — Ὀρθάννης masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ορθαγένης — Ὀρθαγένης και Ὀρθάγης, ὁ (Α) βλ. Ορθάννης …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”